δρυΐδες

δρυΐδες
Μέλη του ανώτατου ιερατείου των αρχαίων Κελτών, οι οποίοι είχαν διαμορφώσει ιδιαίτερη θρησκεία, τον δρυϊδισμό, που βασιζόταν στις δικές τους διδασκαλίες και στις σχετικές με αυτές λατρείες. Οι αναφορές για τους δ. χρονολογούνται τουλάχιστον από τον 3ο αι. π.Χ. Οι δ. κατείχαν προνομιούχα κοινωνική θέση και αποτελούσαν χωριστή κάστα, χωρίς υποχρεώσεις απέναντι στη φυλή· επίσης, δεν φορολογούνταν και δεν ήταν υποχρεωμένοι σε προσφορά στρατιωτικής υπηρεσίας. Ήταν θεματοφύλακες και ερμηνευτές των πατροπαράδοτων νόμων και κάθε πνευματικού θεσμού. Εκτός από την άσκηση των ιερατικών καθηκόντων τους (προπάντων ως καθοδηγητές των θυσιών), έχριζαν τους αρχηγούς και τους βασιλιάδες, ήταν υπεύθυνοι για την εκπαίδευση των νέων και απένειμαν τη δικαιοσύνη με ανέκκλητες αποφάσεις, τις οποίες οι καταδικαζόμενοι μπορούσαν να αποφύγουν μόνο με εξορία. Κάθε δ. εκλεγόταν από τα άλλα μέλη της κάστας και γινόταν δεκτός στην ιερατική κάστα ύστερα από αρκετά μακρά περίοδο μύησης. Οι δ. τελούσαν και ανθρωποθυσίες, είτε εξιλαστήριου χαρακτήρα για να έχουν άφθονη συγκομιδή είτε μαντικού χαρακτήρα, παρατηρώντας τον τρόπο με τον οποίο έτρεχε το αίμα των θυμάτων. Ο αυτοκράτορας Αύγουστος είχε απαγορεύσει στους Ρωμαίους πολίτες να γίνονται δ. και ο αυτοκράτορας Κλαύδιος απαγόρευσε απόλυτα τον δρυϊδισμό, που παρ’ όλα αυτά επέζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στη Βρετανία, όπου προέβαλε σθεναρή και μακροχρόνια αντίσταση στη διάδοση του χριστιανισμού. Χορός ιέρειας των δρυϊδών (Μουσείο Ορλεάνης, Γαλλία).
* * *
οι (Α δρυΐδαι)
ιερείς τών αρχαίων Κελτών
νεοελλ.
φρ. «Δρυϊδών τάγμα» — σύγχρονη οργάνωση που μιμείται τη θρησκεία τών αρχαίων δρυϊδών, ανάλογη με τον τεκτονισμό.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • PORPHETAE — dicti in V. T. ministri Dei, extra ordinem, excitata, ut populum docerent, vitia eius, idololatriam imprimis carperent, miraculis et futurorum praedictione doctrinam sacram confirmarent, at que erigerent sideles, promissionibus de Messia futuro… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Κέλτες — Λαός της κεντρικής Ευρώπης, ο οποίος, από τη 2η χιλιετία π.Χ., άρχισε να μεταναστεύει σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης. Οι Κ., έπειτα από αλλεπάλληλες μεταναστεύσεις, έφτασαν στην Ιβηρική χερσόνησο, στα Βρετανικά νησιά και στην Ιταλία (κατάληψη… …   Dictionary of Greek

  • σεμνόθεοι — οἱ, Α δρυΐδες, οι ιερείς τών Κελτών. [ΕΤΥΜΟΛ. < σεμνός + θεός] …   Dictionary of Greek

  • ωό(ν) — το / ᾠόν, ΝΜΑ, και αιολ. τ. ὤιον και δωρ. τ. ὤεον και αργείος τ. ὤβεον και ὤFεον, Α (για τα ωοτόκα ζώα) το γονιμοποιημένο ωάριο, καθώς και το ίδιο το γέννημα τού ζώου, το αβγό νεοελλ. 1. βιολ. η εξειδικευμένη δομή που αποτελείται από το ώριμο… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Ιρλανδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιρλανδίας Έκταση: 70.280 τ. χλμ. Πληθυσμός: 3.883.159 (2002) Πρωτεύουσα: Δουβλίνο (495.102 κάτ. το 2002)Νησιωτικό κράτος της βορειοδυτικής Ευρώπης. Καλύπτει τα πέντε έκτα της έκτασης του ομώνυμου νησιού που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”